Νυχτερινά Ερωτοπαίγνια
Ένα άγριο θηρίο σε κλουβί είναι ο Έρωτας. Ένα άγριο θηρίο που έτσι και σε τυλίξει, σε κυριεύει μανιωδώς. Μια μανία που η ορμή της παραλύει το λογικό, η έννοια του εαυτού σβήνει. Σε μετατρέπει σε ένα φτερό που γίνεται έρμαιο του απρόβλεπτου ανέμου, των κλυδωνιζόμενων συναισθημάτων σου και σε παίρνει μία δω, μία εκεί, σε άγνωστη κατεύθυνση. «Μακριά από το άγριο θηρίο!», φωνάζουν πολλοί ποιητές. « Μακριά από το οργιαστικό αυτό πάθος που ταράζει την λογική». «Ζωή», μας λένε κάποιοι άλλοι, «είναι να στέκεσαι γερά επάνω στην βουνοπλαγιά του εαυτού σου και ατάραχος να ατενίζεις τα πράγματα από μακριά, χωρίς πολλές αλλαγές και χωρίς να ταράζεις τα νερά». Τί θα ήταν, όμως, η ζωή εάν κυριαρχούσε το βέβαιο και το σταθερό, με την αλλαγή να φλερτάρει την ζωή, χωρίς η τελευταία να της ανταποκρίνεται; Σαν μια ταινία θα ήταν, της οποίας ξέρουμε την συνέχεια εφόσον την έχουμε δει πολλές φορές να παίζει, με το ίδιο θέμα και τους ίδιους ηθοποιούς, με το ίδιο γνωστό τέλος. Αλήθεια, τί ακριβώς είναι αυτό το θεριό που «εξουσιάζει θεούς και βασανίζει ανθρώπους»; Έχω ψάξει σε αρκετά λεξικά, αλλά πουθενά δε βρήκα, για να το επικυρώσω, το ότι η λέξη «έρωτας» προέρχεται ετυμολογικά από την λέξη «ερώτηση». Ωστόσο, ο άνθρωπος αρχίζει να ερωτεύεται, όταν ξεκινά να ερωτά. Βλέπει κάποιος έναν άνθρωπο από τον οποίο έλκεται εξωτερικά, μια κοπέλα, για παράδειγμα, με όμορφο στήθος και στρουμπουλά καπούλια και να σου η πρώτη ερώτηση να ξεπετάγεται: «Ποιος είναι αυτός/ή»; Την απάντηση αυτή θα ακολουθήσουν και πολλές άλλες ερωτήσεις. «Από που είναι; Πόσων χρονών είναι; Πώς σκέφτεται; Τί του/της αρέσει»; κτλ. Καθεμία από αυτές τις ερωτήσεις ζητά μία απάντηση, για να σβήσει τη δίψα που γέννησε η ίδια. Ναι, η φλόγα μιας ερώτησης, όπως και η φλόγα κάθε επιθυμίας, επιθυμούν να θυσιαστούν, να σβηστούν από το νερό που θα χύσει επάνω τους μια απάντηση. Αν, όμως, αυτή η απάντηση δεν είναι νερό, αλλά εύφλεκτο υλικό, τότε, αντί να σβήσουν τα ερωτήματα αυτά, πυροδοτούνται άλλα τόσα και οι απαντήσεις σε αυτά, πυροδοτούν περισσότερες νέες ερωτήσεις. Ξεκινώντας να ερωτάς συνεχώς, καταλήγεις να ερωτεύεσαι έχοντας ήδη πιαστεί στα δίκτυα του Δαίμονα, όπως ονομάζει ο Πλάτων τον έρωτα, ο οποίος βρίσκεται ανάμεσα στην γνώση και στην άγνοια, άρα από την φύση του είναι καταδικασμένος συνεχώς να ερωτά. Ναι, ο έρωτας είναι ένα σφυροκόπημα από ερωτήσεις που στην προσπάθειά τους να αυτοκτονήσουν πίνοντας το κώνειο που τους προσφέρει μια απάντηση, αυτές, αντιθέτως, πολλαπλασιάζονται, γεμίζοντας τον ορίζοντα με χιλιάδες «γιατί», «τι», «πού», «πώς», «πότε» και «ποιος». Αυτό σημαίνει να επιθυμείς σφοδρά. Να καίγεσαι από το παράδοξο της πυρκαγιάς των ερωτήσεων που γεννούν οι απαντήσεις.
Αν ο έρωτας είναι η σφοδρή επιθυμία για κάποιον/κάτι, τί ακριβώς είναι αυτό το οποίο ερωτευόμαστε/επιθυμούμε; Ερωτευόμαστε έναν άλλο άνθρωπο ή τις ιδιότητες που αυτός ο άλλος φέρει μέσα του; Δηλαδή, με λίγα λόγια, ερωτευόμαστε το “ποιος” ή το “τί” μέσα στο “ποιος”; Οι πιο πολλοί θα σου πουν, φυσικά, ότι είναι το άτομο που ερωτεύεσαι και όχι κάτι άλλο. Δηλαδή, φίλε μου, θα ερωτευόσουν την ίδια όμορφη 25χρονη κοπέλα αν ήταν στην ηλικία των 5 χρονών; Για να μη σου κολλήσουμε τότε και τη ρετσινιά του παιδεραστή, ας διαμορφώσουμε το ερώτημα αλλιώς : θα μπορούσες να ερωτευτείς την ίδια κοπέλα στα 95 της; Το ίδιο άτομο δεν είναι με την κοπέλα των 25; Μήπως είναι κάτι άλλο που ερωτεύεσαι, φίλε μου, κάτι άλλο που επιθυμείς σφοδρά, και όχι τόσο το ίδιο το άτομο και αυτό το κάτι έχει να κάνει περισσότερο με το “τι” μέσα στο “ποιος”, παρά με το “ποιος” αυτό καθαυτό ;
Μισό λεπτό, όμως. Όταν επιθυμούμε κάτι, δεν επιθυμούμε κάτι το οποίο δεν έχουμε; Δεν επιθυμούμε πάντα κάτι το οποίο μας λείπει; Δεν προσπαθούμε να σβήσουμε τη δίψα της επιθυμίας μας για αυτό επιδιώκοντας την απόκτησή του; Δεν μπορούμε να επιθυμούμε π.χ. φαγητό, όταν είμαστε χορτασμένοι ή ένα κινητό iPhone, όταν έχουμε ένα τέτοιο κολλημένο μέσα στα χέρια μας από το πρωί μέχρι το βράδυ. Άρα, πάντοτε επιθυμούμε κάτι, όταν δεν το έχουμε. Τώρα, όταν επιθυμούμε κάτι που μας λείπει, υπάρχει και μία άλλη επιθυμία, την ίδια στιγμή, που παίζει κρυφτό υποβόσκοντας πίσω από την πρώτη. Όταν, δηλαδή, επιθυμούμε κάτι που μας λείπει, δεν επιθυμούμε ταυτόχρονα την εικόνα ενός εαυτού που κατέχει αυτό που μας λείπει; Εάν ισχύει αυτό, τότε, όταν ερωτευόμαστε, είναι τον ολοκληρωμένο εαυτό μας που επιθυμούμε, τον εαυτό που βλέπουμε να ολοκληρώνεται, να πραγματώνεται μέσα στο άλλο πρόσωπο, τον εαυτό, με άλλα λόγια, που διαθέτει αυτό που μας λείπει. Μα πόσο νάρκισσοι και εγωιστές μπορεί να είμαστε τελικά αφού ερωτευόμαστε τον ίδιο τον εαυτό μας χρησιμοποιώντας ως καθρέφτη για την αντανάκλαση του εαυτού μας το πρόσωπο ενός άλλου ανθρώπου;
Είναι, όμως, όντως, έτσι; Όταν ο άνθρωπος ερωτεύεται, επιθυμεί το «εγώ» του βλέποντας το μέσα σε κάποιον άλλο; Αν και συμβαίνει αυτό πολλές φορές, υπάρχουν, ωστόσο, κάποιες περιπτώσεις, στις οποίες, αυτός που ερωτεύεται, βρίσκεται σε κατάσταση έκστασης, δηλαδή, έξω από την στάση του εαυτού του. Χάνει, με άλλα λόγια, την αίσθηση του εαυτού του και φαντάζεται να γίνεται κάτι άλλο, το οποίο δεν μπορεί να εξηγήσει. Βλέπει τον εαυτό του μέσα σε ένα δέντρο, σε ένα σύννεφο, σε ένα ποτάμι, μέσα σε άλλους ανθρώπους. Ναι! Ξεκινά να αγαπά τα πάντα, να γίνεται ένα με αυτά και όλο αυτό το σύμπαν να το βιώνει ως μία ενότητα, μέσα από τα μάτια ενός άλλου ανθρώπου. Κι όμως, η είσοδος σε αυτό τον θαυμαστό κόσμο ξεκινάει ασυνείδητα με κάποια ερώτηση του τύπου: "ποια είναι αυτή η γυναικάρα με το στητό στήθος ή ποιος είναι αυτός ο άντρακλας με τα γυμνασμένα καπούλια;"
"Ο έρωτας πάντα ξεκινάει από τα ωραία σώματα". Έτσι έλεγε ο Πλάτων στο Συμπόσιο (διάλογος περί έρωτος) περιγράφοντας τον πρώτο από τους επτά αναβαθμούς (για τους 7 αναβαθμούς του έρωτα υπάρχει άλλη ανάρτηση) και καταλήγει κάπου εντελώς έξω από σώματα, σε ανώτερους πνευματικούς τόπους. Αν, λοιπόν, αυτό που ερωτευόμαστε στον άλλο είναι οι ιδιότητες που φανταζόμαστε ότι διαθέτει και όχι το ίδιο το πρόσωπο και αν αυτές οι φαντασιακές ιδιότητες που του αποδίδουμε είναι οι ιδιότητες που νομίζουμε ότι λείπουν από εμάς τους ίδιους, τότε αυτό που ερωτευόμαστε είναι ο τέλειος εαυτός μας, το ίδιο μας το «ΕΙΝΑΙ», δηλαδή. Αυτό φανταζόμαστε να πραγματώνεται, για παράδειγμα, μέσα στα παιχνιδιάρικα μάτια της κορασιάς που κοιτάζει τον ήλιο. Ταυτόχρονα, αυτό το «ΕΙΝΑΙ» βλέπουμε να αντανακλάται εκτός από τον ήλιο και σε οτιδήποτε άλλο φανταζόμαστε ότι αντικρίζει η κοπέλα αυτή.
Ποια είναι τα όρια τώρα σε αυτό το ανεξάντλητο ερωτικό σύμπαν; Αλίμονο εάν καταφέρναμε να βάλουμε όρια στον έρωτα. Θα κατέρρεε ολόκληρος ο κόσμος μας σε μια στιγμή. Ναι! Καταρρέει ένας κόσμος, όταν δε γεννιούνται νέα ερωτήματα και κυριαρχεί η απάντηση. Η ερώτηση είναι το big bang που πυροδοτεί μια ύπαρξη ενώ η απάντηση μια μελανή οπή που την καταβροχθίζει και την φυλακίζει, μέχρι να βρεθεί μια νέα ερώτηση, για να την απελευθερώσει. Γι’ αυτό και πολλοί έρωτες πεθαίνουν, όταν οι ερωτευμένοι παντρευτούν, κλείνοντας, με αυτόν τον τρόπο, την ερώτηση -που κάποτε πυροδότησε την ύπαρξη τους- μέσα στα τείχη της απάντησης που δίνει ο γάμος. Και ψάχνουν να βρουν τον χαμένο αυτό θαυμαστό φανταστικό κόσμο, στον οποίο κάποτε βρισκόντουσαν και αναγεννιόντουσαν συνεχώς ενώ τώρα πια βρίσκονται παγιδευμένοι μέσα στα γαμοτείχη, που και οι δύο έχτισαν για τους εαυτούς τους. Στην πραγματικότητα, όμως, είναι το ίδιο τους το «Είναι» που ψάχνουν, όπως το έψαχναν και τότε που το είχαν φανταστεί να βρίσκεται στα μάτια του συντρόφου τον οποίον είχαν ερωτευτεί. Πολλοί λογικοί νόες κατέστρεψαν με την λογική τους πολλούς έρωτες, αλλά και πολλοί έρωτες κατέστρεψαν ως αντίποινα πολλούς λογικούς νόες, χαλώντας τους τα φρένα.
Κι όλα αυτά συντελούνται σε ένα τεράστιο φαντασιακό σύμπαν που μοιραζόμαστε όλοι οι άνθρωποι, μέσα στο οποίο ενυπάρχει και το σύμπαν του καθενός μας, το οποίο ζητά και αυτό, με τη σειρά του, να αναπτυχθεί∙ η δε ανάπτυξή του γίνεται με το «ερωτάν». Όταν δύο άνθρωποι ερωτεύονται, πλάθεται ένα καινούργιο κοινό φανταστικό σύμπαν. «Ερωτοσυγκρούονται» τα δύο ατομικά δικά τους σύμπαντα χωρίς κανένα από τα δύο να σβήνει εντελώς.
Στην πραγματικότητα, όμως, δεν υπάρχουν όλα αυτά τα φαντασιακά δημιουργήματα. Είναι πλάσματα της φαντασίας μας. Δε σημαίνει, όμως ότι, επειδή είναι φαντασιακά και μη υπαρκτά σε αυτό που ονομάζουμε πραγματικός κόσμος, είναι και μη σημαντικά. Αντιθέτως, είναι ό,τι πιο αληθινό υπάρχει λόγω του ότι αυτά τα φαντασιακά δημιουργήματα είναι που στο τέλος επηρεάζουν το πώς θα φτιαχτεί ο πραγματικός μας κόσμος, αν αυτός είναι όντως πραγματικός...
Ο έρωτας μεταξύ δύο ανθρώπων είναι ένα παραμύθι μέσα στο οποίο παίζουν δύο παιδάκια. Δεν μπορώ να φανταστώ όμως πιο σοβαρή υπόθεση από το παιχνίδι αυτό.
Χρόνια πολλά σε όλους τους ερωτευμένους.
«Γρήγορα η ώρα πέρασε .. Μεσάνυχτα κοντεύουν .. Πάει το φεγγάρι κι η Πούλια βασιλέψανε .. Και μόνο εγώ κείτομαι εδώ μονάχη κι έρημη .. Ο Έρωτας που βάσανα μοιράζει ... Ο Έρωτας που παραμύθια πλάθει .. Άρπαξε την ψυχή μου και την τράνταξε... ίδια καθώς ο αγέρας από τα βουνά χυμάει ... μέσα στους δρυς φυσομανώντας».
(Σαπφώ, μετ. Ο. Ελύτης)