Μοίρα και ελεύθερη βούληση
Ο Οιδίποδας ήταν γιός του βασιλιά της Θήβας Λάιου και της βασίλισσας Ιοκάστης. Μόλις γεννήθηκε, οι γονείς του τον εγκατέλειψαν στο βουνό της Βοιωτίας Κιθαιρώνα, γιατί το μαντείο είχε δώσει χρησμό στο Λάιο ότι θα τον σκοτώσει το ίδιο του το παιδί. Πριν τον εγκαταλείψουν στο βουνό, του τρύπησαν και του έδεσαν τους αστραγάλους.
Κάποιος βοσκός όμως βρήκε το βρέφος και το πήγε στο βασιλικό ζεύγος της Κορίνθου, τον Πόλυβο και τη Μερόπη, που δεν είχαν παιδιά. Αυτοί τον υιοθέτησαν, τον ονόμασαν Οιδίποδα (δηλαδή με "πρησμένα πόδια") και τον μεγάλωσαν στην πόλη της Τεγέας. Επειδή όμως κάποιος τον αποκάλεσε νόθο, όταν μεγάλωσε πήγε στο μαντείο των Δελφών, για να μάθει ποιοι είναι οι πραγματικοί γονείς του.
Ο χρησμός που του έδωσε η Πυθία ήταν ότι θα σκότωνε τον πατέρα του, θα παντρευόταν την ίδια του τη μητέρα και ότι οι απόγονοί του θα προκαλούσαν πολλές συμφορές στους ανθρώπους.
Αυτό έκανε τον Οιδίποδα να μη γυρίσει πίσω στην Κόρινθο, που νόμιζε για πραγματική του πατρίδα, αλλά να τραβήξει προς τη Θήβα. Σε κάποιο σταυροδρόμι όμως τυχαία συνάντησε το Λάιο και λογομάχησαν για ασήμαντη αιτία. Το αποτέλεσμα ήταν να τον σκοτώσει ο Οιδίποδας, χωρίς όμως βέβαια να ξέρει ότι ήταν ο πατέρας του.
Όταν έφτασε στη Θήβα, βασίλευε προσωρινά ο Κρέοντας, αδελφός της Ιοκάστης. Την εποχή ακριβώς εκείνη βρισκόταν σε πολύ δύσκολη θέση, γιατί ένα τέρας, η Σφίγγα, ερήμωνε τη χώρα καταβροχθίζοντας όποιον δεν έλυνε το αίνιγμα που είχε βάλει. Ο βασιλιάς είχε προκηρύξει ότι όποιος κατόρθωνε να το λύσει, θα έπαιρνε το θρόνο και για γυναίκα του την Ιοκάστη, χήρα του Λάιου, πράγμα που πέτυχε ο Οιδίποδας με την εξυπνάδα που διέθετε.
Από τότε έζησαν πολλά χρόνια ευτυχισμένοι και απόκτησαν τέσσερα παιδιά: τον Ετεοκλή, τον Πολυνείκη, την Αντιγόνη και την Ισμήνη. Αυτά όμως, εκτός από παιδιά του Οιδίποδα, ήταν παράλληλα και αδέλφια του, χωρίς ο ίδιος να το γνωρίζει. Ενώ αυτός βρισκόταν στο κορύφωμα της ευτυχίας του, έπεσε μια επιδημία που έφερε μεγάλες συμφορές στη χώρα. Χωρίς να διστάσει καθόλου, ζήτησε τη συμβουλή του μαντείου των Δελφών. Η απάντηση ήταν ότι για να σταματήσει το κακό έπρεπε να βρεθεί και να τιμωρηθεί ο δολοφόνος του Λάιου. Η έρευνα που ακολούθησε αποκάλυψε τη φοβερή αλήθεια. Ό,τι ο δολοφόνος του βασιλιά Λαΐου ήταν ο Οιδίποδας, ότι ο Λάιος ήταν ο πατέρας του και ότι η Ιοκάστη εκτός από γυναίκα του, ήταν παράλληλα και μάνα του. Το αποτέλεσμα ήταν ο Οιδίποδας να αυτοτυφλωθεί με τα ίδια του τα χέρια και η γυναίκα-μάνα του Ιοκάστη να κρεμαστεί.
Έπειτα ο ήρωας αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Θήβα με τη συνοδεία της κόρης του Αντιγόνης. Εγκαταστάθηκε στον Κολωνό, στην Αθήνα, αφού τον δέχτηκε ο βασιλιάς της, Θησέας. Για το τέλος του υπάρχουν διάφορες εκδοχές.
Και οδηγούμαστε στα εξής ρωτήματα:
- Έχουμε την ελευθερία να καθορίσουμε τις ζωές μας βάση των επιλογών μας ή είμαστε παίγνια της αδυσώπητης Μοίρας;
- Θα μπορούσε ο Οιδίποδας μέσω της επιλογής του να αλλάξει κάπως τα πράγματα ή ήταν εξ αρχής όντως καταδικασμένος;
- Από ποιό σημείο ξεκινά η ελεύθερη βούληση του ανθρώπου (αν όντως υπάρχει) και που καταλήγει;
Ερωτήματα για τα οποία παλεύει η ανθρωπότητα να απαντήσει από τότε που ξεκίνησε ο Homo Sapiens να φιλοσοφά και όπως φαίνεται θα παλεύει με αυτά, για αρκετά χρόνια ακόμα.